portugisiska-grekiska översättning av reparação
- επιδιόρθωση
- αποζημίωσηΥποχρεώθηκαν να καταβάλουν τη μέγιστη οικονομική αποζημίωση. Estas tiveram de pagar a maior reparação financeira.
- αποκατάστασηΌμως κανένας στη Γερμανία δεν παραιτήθηκε ούτε προσέφερε αποκατάσταση για τη ζημιά που προκλήθηκε. " No entanto ninguém, na Alemanha, se demitiu ou propôs reparação pelos prejuízos causados.
- επανόρθωση
- επισκευήΑυτό θα συντελέσει στην παροχή καλύτερης ποιότητας υπηρεσιών επισκευής και σε χαμηλότερες τιμές. Isto resultará em serviços de reparação de melhor qualidade e em preços mais baixos. Προβλέπει την αμοιβαία χρήση και αναγνώριση των εκατέρωθεν εγκαταστάσεων επισκευής και συντήρησης. Prevê a utilização e o reconhecimento das unidades de reparação e manutenção uma da outra.
Populära sökningar
De största ordböckerna