italienska-grekiska översättning av superiorità
- ανωτερότηταΕίχε ενωθεί με την αξίωση της φυλετικής ανωτερότητας, με την απόρριψη, τον εξοστρακισμό και το μίσος. Unita sul presupposto della superiorità razziale, della condanna, dell’ostracismo e dell’odio.
- υπεροχή" Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ως στόχο να επιτύχει υπεροχή. Ma l'Unione europea non mira a raggiungere la superiorità. Το ζητούμενο δεν είναι να διατυπωθούν ισχυρισμοί περί της υπεροχής των βρεφικών, εμπλουτισμένων με DHA, παρασκευασμάτων γάλακτος έναντι του μητρικού γάλακτος. Non si tratta di dichiarare la superiorità delle formule arricchite con DHA rispetto al latte materno.
Populära sökningar
De största ordböckerna