holländska-grekiska översättning av bevel
- διαταγήΟ χαρακτήρας του νομικού κανόνα είναι διαφορετικός από μια διαταγή ή μια απαγόρευση. De rechtsnorm is anders van aard dan een bevel of een verbod.
- εντολήΟ γεωργιανός πρόεδρος Σακασβίλι έδωσε την εντολή για μια στρατιωτική επίθεση. De Georgische president Saakashvili heeft bevel gegeven tot een militair offensief. Τώρα όμως αναλήφθηκε δράση κατόπιν εντολής του Προέδρου Μουσάραφ. Op bevel van president Musharaf is men nu echter tot actie overgegaan.
Populära sökningar
De största ordböckerna